ΕΞΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ
Η θέληση είναι μία από τις απόκρυφες, εσωτερικές, ψυχοπνευματικές δυνάμεις-ικανότητες του ανθρώπου, που ρυθμίζει τις σκέψεις του, τις κινήσεις του, τις αποφάσεις και τις πράξεις του. Είναι η δύναμη, που όσο την καλλιεργεί και την χρησιμοποιεί και την δοκιμάζει κανείς τόσο την βλέπει να μεγαλώνει, να αυξάνεται και όσο αυξάνεται η θέληση, τόσο και τα απορρέοντα εξ αυτής αποτελέσματα είναι μεγαλύτερα. Αντίθετα όταν η θέληση βρίσκεται σε κατάσταση αδράνειας, μη ενεργοποιήσεως, τότε ο άνθρωπος δεν έχει τίποτα αξιόλογο να παρουσιάσει, παρασυρόμενος από διάφορες καταστάσεις. Είναι μία δύναμη την οποία ο άνθρωπος χειρίζεται κατάλληλα ή όχι, για καλό ή αντίστροφα, ανάλογα με την εσωτερική καλλιέργεια και φωτεινότητα.
Ἡ ἀνθρωπίνη ζωή εἶναι μία ἀπέραντος κοιλάς καρποφοροῦσα ἀναλόγως τῶν πολυτίμων αὐτῆς στοιχείων, τά ὁποῖα ἐμπερικλείονται ἐντός τοῦ ἐδάφους της.
Ὁ εἰδικός καλλιεργητής, ὅταν ἡ καλλιεργουμένη ὑπ’ αὐτοῦ κοιλάς στερῆται τῶν ἀπαραιτήτων πρός γονιμωτέραν αὐτῆς ἀπόδοσιν στοιχείων, μεταχειρίζεται τρόπους ἀποδίδοντας αὐτά.
Μεταφέρει τά ὕδατα ἀπομεμιακρυσμένου ποταμοῦ ἤ πηγῆς, δενδροφυτεύει τά γυμνά αὐτῆς μέρη καί ἀναπτύσσει τήν γονιμότητα τοῦ ἐδάφους της διά παροχῆς εἰς αὐτό τῶν καταλλήλων λιπασμάτων.
Ἡ ἐρημική ἔκτασις, ἡ θέτουσα εἰς ἀπόγνωσιν τόν ὁδοιποροῦντα, μεταβάλλεται ἐντός ἐλαχίστου χρονικοῦ διαστήματος εἰς παραδείσιον κῆπον, προκαλοῦντα τήν συρροήν προσηλύτων καί τόν πυκνόν συνοικισμόν.
Ἡ φύσις παρέχει τά πολύτιμα αὐτῆς πρός καλλιέργειαν καί προσοδοφόρον ἀπόδοσιν στοιχεῖα της, εἰς δέ τήν ἐμπειρότητα καί προσπάθειαν τοῦ ἀνθρώπου ἔγκειται ἡ πρόσληψις τῶν μέν καί ἡ ἐξουδετέρωσις τῶν δέ πρός παραγωγήν τῆς ἐπιδιωκομένης ὑπ’ αὐτοῦ ἀποδόσεως.
Ὅπως δέ συμβαίνῃ εἰς τήν φύσιν τοῦ ἐδάφους, νά προσδέχηται ἤ ν’ ἀποβάλῃ διά τῶν ἐντέχνων μέσων τῆς γεωργίας τά πρός γονιμοποίησιν στοιχεῖα, τοῦτ’ αὐτό συμβαίνει καί εἰς τόν ἄνθρωπον. Διά τῆς ἐντέχνου διδασκαλίας καί πρό παντός διά τῆς καλῆς θελήσεως δύναται οὐ μόνον τόν χαρακτῆρα αὐτοῦ νά μεταβάλῃ ἐπαισθητῶς, ἀλλά καί τήν ἐλαττωματικήν αὐτοῦ φύσιν νά κατανικήσῃ.
Ὁ Σωκράτης ἐκ νηπιώδους ἡλικίας δέν ἐγεννήθη ἐνάρετος, οὔτε ὁ Δημοσθένης, ὁ μεγαλύτερος τῶν ρητόρων. Ὁ μέν ἦτο πλήρης ἐλαττωμάτων, ὁ δέ προσέκοπτε κατά τήν γλῶσσαν. Καί ὅμως διά τῆς καλῆς καί ἰσχυράς θελήσεως ἀπέβησαν ὁ μέν ὁ σοφώτερος τῆς ἐποχῆς του, ὁ δέ ὁ ἐπιβλητικώτερος τῶν συγχρόνων του.
Τό πρώτιστον ὅθεν καί ἀπαραίτητον εἰς ἠμᾶς ἐφόδιον πρός καταπολέμησιν τῶν ἐλαττωμάτων καί τῆς κακῆς φύσεως τοῦ χαρακτῆρος μας εἶναι ἡ καλή θέλησις, τήν ὁποίαν παντί σθένει ὀφείλομεν ν’ ἀναπτύξωμεν.
Ἡ ἐξάσκησις τῆς θελήσεως ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ μας ἀφ’ ἑνός μέν κανονίζει πᾶσαν ἡμῶν σχέσιν πρός τόν κόσμον, μεθ’ οὗ συνδεόμεθα, ἀφ’ ἑτέρου δέ καταρτίζει τήν τηρητέαν ὁδόν ἐν τῷ καθόλῳ βίῳ μας καί ρυθμίζει τάς ὀρέξεις ἡμῶν, ὄχι ἐπί τῇ βάσει τῶν ἀπαιτήσεών μας, ἀλλά ἐπί τοῦ κανονισμοῦ τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν, ἅς παρεδέχθημεν ὡς ἀπορρεούσας ἐκ τῆς ὑψίστης ἠθικῆς διδασκαλίας.
Ἡ μετά παντός προσώπου σχέσις ἡμῶν δέν ἀποβάλλει μέρος τῶν πεποιθήσεών μας, ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα δίδει εἰς ἡμᾶς τήν εὐκαιρίαν νά ἐξασκήσωμεν ἐπ’ αὐτῶν τήν θέλησίν μας καί νά κατορθώσωμεν διά τῆς καλῆς πρός αὐτά συμπεριφορᾶς μας νά προσηλυτίσωμεν αὐτά πρός τό μέρος μας.
Ἔχοντες ἐλευθέραν τήν βούλησιν καί δυνατήν τήν θέλησιν δέν παρασυρόμεθα διά τῆς κακῆς αὐτῶν συναναστροφῆς πρός τό κακόν, ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα παρέχομεν εἰς τόν ἑαυτόν μας ν’ ἀναμνησθῇ τῶν κακῶν, τά ὁποῖα χάρις εἰς τήν θέλησίν μας ἀπεβάλλομεν ἐκ τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ἐκτείνομεν τότε τάς δυνάμεις μας καί εὑρίσκομεν τόν εὐχερέστερον τρόπον, δι’ οὗ ν’ ἀποδείξωμεν αὐτοῖς τό κακόν καί τήν βελτίωσίν των.
Ἡ ζωή εἶναι κῆπος, εἰς τόν ὁποῖον φύονται παντός εἴδους φυτά. Ἐάν παραμελήσωμεν τήν τακτικήν των καλλιέργειαν, τότε ἀφήνομεν τήν ἀναφύτρωσιν τῶν παρασίτων καί τῶν ἀγρίων φυτῶν, τά ὁποῖα εὐκολώτερον τῶν καλλιεργησίμων πολλαπλασιαζόμενα καταπνίγουσιν αὐτά.
Οὐδόλως ὅθεν πρέπει ν’ ἀποστερήσωμεν ἐπαναπαύοντες τήν συνείδησίν μας, ὁπόταν κατορθώνωμεν ν’ ἀποβάλωμεν ἕν κακόν ἐλάττωμα ἡμῶν. Τά σπέρματα τῶν ριζῶν αὐτῶν ἐξακολουθοῦν νά παραμένουν ἐν τῇ ψυχῇ μας καί καραδοκοῦσι τήν κατάλληλον εὐκαιρίαν, ὅπως ἐκδηλωθῶσιν.
Εἶναι μεγίστη ἀνάγκη νά ἐπαγρυπνῶμεν ἐπ’ αὐτῶν, διότι μία κακή ὤθησις, μία τυχαία παρεμβολή δυνατόν νά ἐπαναφέρῃ ταῦτα μετά περισσοτέρας ἐντάσεως. Μόνον ἡ ἄγρυπνος καί ἰσχυρά θέλησίς μας δύναται νά ἐξουσιάσῃ τόν ἑαυτόν μας ἀπό τοῦ ν’ ἀναζωπυρωθοῦν τά πάθη μας.
Ἡ καλή εἰσήγησις, πρός ἥν εἰσήλθομεν διά τῆς θελήσεώς μας καί μόνης, εἰς τόν κόσμον τῆς ἀρετῆς καί εὐθυδικίας, ἐπανερχομένη εἰς τήν μνήμην μας ἐνδυναμώνει τήν θέλησίν μας, προσδίδει εἰς τόν χαρακτῆρα μας ἐμφανεστέραν τήν δι’ αὐτοῦ ἐκδήλωσιν τῶν προσόντων μας.
Εἶναι δυνατόν νά στέρξωμεν καί νά ὑποβληθῶμεν εἰς τό μαρτύριον τῆς ἰσχυράς θελήσεως, ἥτις θά ἐπέβαλεν ἐφ’ ἡμῶν τάς ἀξιώσεις της, τάς βασιζομένας ἐπί τῆς ἠθικωτέρας διδασκαλίας καί τοῦ τελειοτέρου συστήματος τῆς καλῆς ἀγωγῆς;
Τότε ὄχι μόνον θά δυνηθῶμεν ν’ ἀναπτύξωμεν τόν ἑαυτόν μας ὕπερθεν πάσης ἐμφωλευούσης ἐν ἡμῖν κακίας καί παντός πάθους, ἀλλά ἔτι πλέον νά ὑπερβάλωμεν πᾶσαν προγενεστέραν ἠθικήν καί νά καλλιεργήσωμεν τά ἀγαθά ἡμῶν ψυχικά αἰσθήματα διά τῶν ἐντελεστέρων ἠθικῶν στοιχείων.
Διά νά ἰσχυροποιήσωμεν ὅμως τήν θέλησίν μας πρός κατάπνιξιν τῶν παθῶν μας, ὀφείλομεν ν’ ἀγωνισθῶμεν τόν δυσκολώτερον τῶν ἀγώνων.
Εἶναι πολύ εὐκολώτερον νά κατισχύσωμεν μιᾶς ὁλοκλήρου κοινωνίας, ν’ ἀνατρέψωμεν ἕνα καθεστώς, νά σύρωμεν ὄπισθεν ἡμῶν τήν θέλησιν πολλῶν, παρά νά ἐπιβληθῶμεν ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ μας καταπνίγοντες τήν διεγειρομένην τῶν παθῶν καί τῶν ἐνστίκτων μας φύσιν καί δημιουργοῦντες ἐντός μας κόσμον ἰδανικότητος ἐκ τῶν ἐρειπίων, τά ὁποῖα συνετρίψαμεν ἐν τῷ ἑαυτῷ μας, ν’ ἀκολουθήσωμεν τήν ὀρθήν ὑπαγόρευσιν τῆς θελήσεώς μας.
Ζῶμεν εἰς ἕνα κόσμον ἀπολύτου ἐξουσίας, ὅστις ἐπιβάλλει ἐφ’ ἡμῶν τάς φυσικάς του ἰδιότητας.
Δέν πρόκειται νά ἐξουσιάσωμεν τόν ἑαυτόν μας μόνον, πρόκειται νά καταστείλωμεν καί πάσαν διενεργόν παρεμβολήν τῶν πλησιαζόντων καί παρωθούντων ἡμᾶς πρός τήν ὑποδαύλισιν τῶν καταπνιγέντων σωματικῶν μας ὀρέξεων.
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΞΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΥ
ΦΩΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΡΕΟΝ ΑΠΟ ΧΡΙΣΤΟΥ – ΤΟΜΟΣ Β΄ (σελ. 3)